Από πολλά χρόνια, για έναν ανεξήγητο λόγο ασκούσε επάνω μου μια επιρροή ένα ποίημα του Θόρντον Ουάιλντερ, που περιέχεται στο διήγημά του του "Το γεφύρι του Σαν Λουίς Ρε" και το οποίο παραθέτω στη συνέχεια.
Θόρντον Ουάιλντερ
O Θόρντον Ουάιλντερ (Thornton Niven Wilder, 17 Απριλίου 1897 - 7 Δεκεμβρίου 1975) ήταν Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος. Έγινε ευρύτατα γνωστός με το δεύτερό του μυθιστόρημα Το γεφύρι του Σαν Λουίς Ρε (1926) που του απέφερε και το βραβείο Πούλιτζερ.
Το βιβλίο διηγείται την ιστορία πέντε ανθρώπων που σχετίζονται με κάποιο τρόπο μεταξύ τους και πεθαίνουν σε ένα τραγικό ατύχημα όταν κόβεται το σχοινί και καταρρέει μια γέφυρα των Ίνκας στο Περού. Ένας καλόγερος που είναι μάρτυρας αυτού του γεγονότος προσπαθεί να εξετάσει τη ζωή του καθενός από τα θύματα ξεχωριστά και να ανακαλύψει μια εξήγηση για το τί τους οδήγησε στο θάνατο και εάν υπήρχαν κάποιο λόγοι στο να πεθάνει.
Στο διήγημά του αυτό θέτει το εξής φιλοσοφικό ερώτημα: "υπάρχει κάτι που κατευθύνει τις ζωές μας ή κάποιο νόημα πέρα από την ατομική μας θέληση;"
Περιγράφοντας ο ίδιος ο συγγραφέας την πηγή της έμπνευσή του αναφέρει πως: "η κεντρική ιδέα του διηγήματος, η εξήγηση της καταστροφής της γέφυρας δηλαδή και του θανάτου τόσων ανθρώπων, προέρχεται από μια φιλική κουβέντα με τον πατέρα του, έναν αυστηρό Καλβινιστή. Οι αυστηροί Πουριτανοί αντιλαμβάνονται το Θεό σαν ένα ασήμαντο δάσκαλο που σχολαστικά ρίχνει το βάρος της δίκαιης ενοχής και τιμωρίας στους ανθρώπους που την αξίζουν και παραβλέπουν τη Χάρη του Θεού που είναι πιο σφαιρική και ισχυρή. Η αγάπη του Θεού θα πρέπει να υπερβεί δίκαιη τιμωρία του. Αλλά στο διήγημά μου άφησα το ερώτημα αυτό αναπάντητο."
Το διήγημα καταλήγει με το εξής ποίημα:
Σύντομα ωστόσο θα πεθάνουμε και κάθε ανάμνηση
εκείνων των πέντε θα χαθεί από τη γη,
και μας τους ίδιους θα μας αγαπούν
για ένα διάστημα και θα μας λησμονήσουν.
Η αγάπη ωστόσο αρκεί·
όλες εκείνες οι παρορμήσεις της αγάπης επιστρέφουν
στην αγάπη που τις γέννησε.
Μήτε η μνήμη δεν είναι για την αγάπη αναγκαία.
Υπάρχει χώρα των ζωντανών και χώρα των νεκρών
και γιοφύρι τους είναι η αγάπη, η μοναδική επιβίωση,
το μοναδικό νόημα.
«Το γεφύρι του Σαν Λουίς Ρε»
Το διήγημα έγινε δύο φορές ταινία το 1944 και το 2004 με τη συμμετοχή του Ρόμπερτ Ντε Νίρο στο ρόλο του αρχιεπισκόπου της Λίμα.
Το απόσπασμα με το ποίημα στο κλείσιμο της ταινίας:
Αφού μπω στη σελίδα της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου, πάνω δεξιά επιλέγω: αναζήτηση/ διαλέγω paintings/ γράφω από κάτω τη λέξη star/ και πατώ search/ Θα μας βγάλει διάφορους πίνακες.
Επιλέγω έναν, που μου αρέσει και ψάχνω να δω αν περιλαμβάνει κάποιο αστέρι/α.
Στη συνέχεια πατώ download και κατεβάζω τον πίνακα.
Από τις επιλογές: description και key facts, μπορώ να βρω όσα στοιχεία με ενδιαφέρουν για τον πίνακα.
Ετοιμάζω δυο διαφάνιες.
1η διαφάνεια: βάζω τον πίνακα
2η διαφάνεια: γράφω: α) το όνομα του πίνακα, β) το όνομα του ζωγράφου γ) πότε δημιουργήθηκε ο πίνακας δ) τα υλικά του πίνακα ε) περιγραφή του πίνακα μέσα σε 4-5 προτάσεις
Διορθώνω και τακτοποιώ το αρχείο, ώστε να φαίνεται όμορφο και να μπορώ να το παρουσιάσω στους συμμαθητές μου. Προσοχή: δεν αλλοιώνω τις διαστάσειςτου πίνακα.
Βρισκόμαστε στην κρίσιμη περίοδο του έτους για τα καταστήματα και τα σουπερμάρκετ: τις τέσσερις εβδομάδες πριν από τα Χριστούγεννα κάνουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Ο Άγιος Βασίλης σημαίνει ένα πράγμα για τα παιδιά: δώρα.
Οι άνθρωποι είναι θρησκευτικά όντα. Είναι ψυχολογικά δύσκολο να αντεπεξέλθουμε στη ζωή χωρίς τη δικαιολογία και την ελπίδα που παρέχει η θρησκεία. Συναντώ συχνά επιστήμονες οι οποίοι, έξω από το στενό πεδίο τους, είναι προληπτικοί - σε τέτοιο βαθμό που μου φαίνεται ότι για να είσαι εντελώς άπιστος σήμερα πρέπει να είσαι φιλόσοφος. Ή ίσως κληρικός.
Τα χρήματα είναι ένα εργαλείο. Δεν είναι αξία - αλλά χρειαζόμαστε και αξίες εκτός από εργαλεία, σκοπούς εκτός από μέσα. Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι είναι να βρουν έναν τρόπο για να δεχτούν ότι όλοι μας θα πεθάνουμε. Τα χρήματα μπορούν να κάνουν πολλά - αλλά δεν μπορούν να σας βοηθήσουν να συμφιλιωθείτε με τον θάνατό σας. Μπορούν ενίοτε να σας βοηθήσουν να τον αναβάλετε: όποιος έχει τη δυνατότητα να ξοδέψει ένα εκατομμύριο ευρώ σε γιατρούς ζει συνήθως περισσότερο από κάποιον που δεν την έχει. Δεν μπορεί όμως να ζήσει πολύ περισσότερο από τον μέσο όρο των εύπορων ανθρώπων στον ανεπτυγμένο κόσμο. Και αν πιστεύετε μόνο στο χρήμα, σύντομα θα ανακαλύψετε τον μεγάλο περιορισμό του: αδυνατεί να δικαιολογήσει το ότι είστε θνητός. Όσο περισσότερο προσπαθείτε να αποφύγετε αυτό το γεγονός, τόσο περισσότερο αναγκάζεστε να συνειδητοποιήσετε ότι τα αγαθά σας δεν εξηγούν τον θάνατό σας.
Ο ρόλος της θρησκείας είναι να παρέχει αυτή την εξήγηση. Οι θρησκείες είναι συστήματα δοξασιών που επιτρέπουν στους ανθρώπους να δικαιολογούν την ύπαρξή τους και να συμφιλιώνονται με τον θάνατο. Στην Ευρώπη βιώνουμε τη φθορά της οργανωμένης θρησκείας τα τελευταία χρόνια. H πίστη στις χριστιανικές εκκλησίες φθίνει. Ιδεολογίες, όπως ο κομμουνισμός, που επιχειρούσαν να υποσκελίσουν τη θρησκεία απέτυχαν παταγωδώς. Συνεπώς συνεχίζουμε όλοι να αναζητάμε κάτι που θα μας συμφιλιώσει με το αναπόφευκτο του θανάτου μας.
Ο Γκ. K. Τσέστερτον λέγεται συχνά ότι παρατήρησε: «Όταν ένας άνθρωπος παύει να πιστεύει στον Θεό δεν είναι ότι δεν πιστεύει σε τίποτε. Πιστεύει σε οτιδήποτε». Όποιος και αν το είπε, είχε δίκιο. Υποτίθεται ότι ζούμε σε σκεπτικιστική εποχή. Στην πραγματικότητα ζούμε σε μια εποχή σκανδαλώδους ευπιστίας. Ο «θάνατος του Θεού», ή τουλάχιστον του χριστιανικού Θεού, συνοδεύτηκε από τη γέννηση πληθώρας νέων ειδώλων. Πολλαπλασιάστηκαν σαν βακτηρίδια στο πτώμα της χριστιανικής εκκλησίας - από τις περίεργες παγανιστικές αιρέσεις ως τις χαζές υποχριστιανικές προλήψεις του «Κώδικα Ντα Βίντσι».
Είναι εκπληκτικό το πόσοι άνθρωποι παίρνουν τοις μετρητοίς αυτό το βιβλίο και πιστεύουν ότι είναι αληθινό. Ο συγγραφέας του, Νταν Μπράουν, δημιούργησε μια λεγεώνα ζηλωτών που πιστεύουν ότι ο Χριστός δεν σταυρώθηκε αλλά παντρεύτηκε τη Μαρία Μαγδαληνή, έγινε βασιλιάς της Γαλλίας και άρχισε τη δική του εκδοχή της μασονίας.
Ο πιανίστας Αρθουρ Ρούμπινσταϊν ρωτήθηκε κάποτε αν πιστεύει στον Θεό. Απάντησε: «Οχι, δεν πιστεύω στον Θεό. Πιστεύω σε κάτι μεγαλύτερο». Ο πολιτισμός μας υποφέρει από την ίδια πληθωριστική τάση. Οι υπάρχουσες θρησκείες δεν είναι αρκετά μεγάλες: απαιτούμε από τον Θεό κάτι περισσότερο από αυτά που παρέχει η χριστιανική πίστη. Γι' αυτό στρεφόμαστε στο αποκρυφιστικό. Αυτό υπόσχεται ότι υπάρχει κάτι μυστικό που εξηγεί και δικαιολογεί τα πάντα. Το μεγάλο πλεονέκτημά του είναι ότι επιτρέπει στον καθένα να γεμίζει το άδειο «δοχείο» του μυστικού με τους δικούς του φόβους και ελπίδες.
Ως τέκνο του Διαφωτισμού, με καταθλίβει αυτή η τάση. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο λόγω του συσχετισμού με τον ναζισμό - ο Χίμλερ και πολλά από τα πρωτοπαλίκαρα του Χίτλερ ήταν οπαδοί των πιο παιδαριωδών αποκρυφιστικών φαντασιώσεων.
Ανατράφηκα ως καθολικός και, παρ' ότι έχω εγκαταλείψει τη θρησκεία, αυτόν τον Δεκέμβριο ως συνήθως θα στολίσω μια χριστουγεννιάτικη φάτνη για τον εγγονό μου. Θα την κατασκευάσουμε μαζί - όπως έκανε και ο πατέρας μου όταν ήμουν παιδί. Έχω βαθύ σεβασμό για τις χριστιανικές παραδόσεις - οι οποίες, ως ιεροτελεστίες για να αντεπεξέλθουμε στον θάνατο, συνεχίζουν να έχουν περισσότερο νόημα απ' όσο οι ακραιφνώς εμπορικές εναλλακτικές λύσεις. Νομίζω ότι συμφωνώ με τον ξεπεσμένο καθολικό ήρωα του Τζόις στο «Πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία»: «Τι είδους απελευθέρωση θα ήταν να εγκαταλείψουμε μια ατοπία που είναι λογική και ευσταθεί και να αγκαλιάσουμε μια άλλη που είναι παράλογη και δεν ευσταθεί;». Ο θρησκευτικός εορτασμός των Χριστουγέννων είναι τουλάχιστον μια σαφής και λογική ατοπία. Ο εμπορικός εορτασμός τους δεν είναι καν αυτό.
Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Η Θεραπεία του Τυφλού (περίπου 1565). Δρέσδη, Πινακοθήκη.
Ας δούμε προσεκτικά τον πίνακα κι ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στις εξής ερωτήσεις:
– Τι βλέπετε;
– Τι νομίζετε ότι συμβαίνει;
– Τι αναρωτιέστε;
- Μπορείτε να διακρίνετε κάποιες ομάδες ανθρώπων μέσα σε αυτόν;
Η θεραπεία του εκ γενετής τυφλού:
Ποτέ δεν είχε δει τον κόσμο ο εκ γενετής τυφλός. Μόνον τον άκουγε, τον μύριζε και άγγιζε κάτι απ' αυτόν. Επιπλέον ζούσε το βαρύ εσωτερικό του μαρτύριο: γεννήθηκε τυφλός τάχα για τις αμαρτίες των γονιών του ή γι' αυτές που θα διέπραττε ο ίδιος κάποτε! Αυτόν τον αξιοσυμπάθητο άνθρωπο θεράπευσε ο Ιησούς. Και τότε όρμησαν μέσα του φως και μορφές και η πλάση όλη. Το συγκλονιστικότερο ήρθε μετά. Είδε και κατάλαβε όσα για καιρό με μάτια ορθάνοιχτα δεν ήθελαν να δουν οι άλλοι: τη νέα ζωή που φανέρωνε ο Ιησούς. Λεπτομέρειες στο ευαγγελικό κείμενο.
Ιω 9,
1 Καθώς πήγαινε στο
ν δρόμο του ο Ιησούς, είδε έναν άνθρωπο που είχε γεννηθεί τυφλός. 2 Τον ρώτησαν οι μαθητές του: ".Διδάσκαλε, ποιος αμάρτησε και γεννήθηκε αυτός τυφλός1, ο ίδιος ή οι γονείς του;" 3 Ο Ιησούς απάντησε: "Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του..." 6 Όταν τα είπε αυτά ο Ιησούς, έφτυσε κάτω, έφτιαξε πηλό2 από το σάλιο, άλειψε με τον πηλό τα μάτια του ανθρώπου,΄ 7 και του είπε: "Πήγαινε να νιφτείς στη δεξαμενή του Σιλωάμ3 "... Ξεκίνησε λοιπόν ο άνθρωπος , πήγε και νίφτηκε και, όταν γύρισε πίσω, έβλεπε. 8 Τότε οι γείτονες και όσοι τον είχαν δει προηγουμένως ότι ήταν τυφλός, έλεγαν: "Αυτός δεν είναι ο άνθρωπος που καθόταν εδώ και ζητιάνευε;" 9 Μερικοί έλεγαν: "Αυτός είναι", ενώ άλλοι έλεγαν: "Όχι, είναι κάποιος που του μοιάζει". Ο ίδιος όμως έλεγε: "Εγώ είμαι". 10 Τότε τον ρωτούσα
ν: "Πώς λοιπόν άνοιξαν τα μάτια σου;" 11 Εκείνος απάντησε: "Ένας άνθρωπος που τον λένε Ιησού έκανε πηλό, μου άλειψε τα μάτια και μου είπε: Πήγαινε στη δεξαμενή του Σιλωάμ και νίψου' πήγα εκεί, νίφτηκα και βρήκα το φως μου". 12 Τον ρώτησαν: "Πού είναι ο άνθρωπος εκείνος;". "Δεν ξέρω", τους απάντησε. 13 Τον έφεραν τότε στους Φαρισαίους... 14 Η μέρα που έφτιαξε ο Ιησούς τον πηλό και του άνοιξε τα μάτια ήταν Σάββατο. 15 Άρχισαν και οι Φαρισαίοι να τον ρωτούν πάλι πώς απέκτησε το φως του. Αυτός τους απάντησε: "Έβαλε πάνω στα μάτια μου πηλό, νίφτηκα και βλέπω". 16 Μερικοί από τους Φαρισαίους έλεγαν: "Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από τον Θεό, γιατί δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου". Άλλοι όμως έλεγαν: "Πώς μπορεί ένας αμαρτωλός άνθρωπος να κάνει τέτοια σημεία;" Και υπήρχε διχογνωμία ανάμεσά τους. 17 Ρωτούν πάλι τον τυφλό: "Εσύ τι λες γι' αυτόν; Πώς εξηγείς ότι σου άνοιξε τα μάτια;" Κι εκείνος τους απάντησε: "Είναι προφήτης". 18 0ι Ιουδαίοι όμως δεν πίστεψαν πως αυτός ήταν τυφλός και απέκτησε το φως του, ώσπου κάλεσαν τους γονείς του 19 και τους ρώτησαν: "Αυτός είναι ο γιος σας που λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Πώς λοιπόν τώρα βλέπει;"20 0ι γονείς του τότε αποκρίθηκαν: "Ξέρουμε πως αυτός είναι ο γιος μας και πως γεννήθηκε τυφλός 21 πώς όμως τώρα βλέπει, δεν ξέρουμε, ή ποιος του άνοιξε τα μάτια, εμείς δεν ξέρουμε ρωτήστε τον ίδιο, ενήλικος είναι, αυτός μπορεί να μιλήσει για τον εαυτό του". 22 Αυτά είπαν οι γονείς του από φόβο προς τους Ιουδαίους. Γιατί οι Ιουδαίοι άρχοντες είχαν κιόλας συμφωνήσει να διώχνεται από τη συναγωγή όποιος παραδεχτεί πως ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας... 24 Κάλεσαν για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν πριν τυφλός και του είπαν: "Πες την αλήθεια μπροστά στον Θεό εμείς ξέρουμε ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αμαρτωλός". 25 Εκείνος τότε τους απάντησε: "Αν είναι αμαρτωλός δεν ξέρω ένα ξέρω, πως, ενώ ήμουν τυφλός , τώρα βλέπω". 26 Τον ρώτησαν τότε: "Τι σου έκανε; Πώς σου άνοιξε τα μάτια;" 27 "Σας το είπα κιόλας", τους αποκρίθηκε, "αλλά δεν πειστήκατε γιατί θέλετε να το ακούσετε πάλι; Μήπως θέλετε κι εσείς να γίνετε μαθητές του;" 28 Τον περιγέλασαν τότε και του είπαν: "Εσύ είσαι μαθητής εκείνου εμείς είμαστε μαθητές του Μωυσή 29 εμείς ξέρουμε πως ο Θεός μίλησε στον Μωυσή, ενώ γι' αυτόν δεν ξέρουμε την προέλευσή του". 30 Τότε απάντησε ο άνθρωπος και τους είπε: "Εδώ είναι το παράξενο, πως εσείς δεν ξέρετε από πού είναι ο άνθρωπος, και όμως αυτός μου άνοιξε τα μάτια. 31 Ξέρουμε πως ο Θεός τους αμαρτωλούς δεν τους ακούει, αλλά αν κάποιος τον σέβεται και κάνει το θέλημά του, αυτόν τον ακούει. 32 Από τότε που έγινε ο κόσμ
ος δεν ακούστηκε να ανοίξει κάποιος τα μάτια ενός γεννημένου τυφλού. 33 Αν αυτός δεν ήταν από τον Θεό, δεν θα μπορούσε να 34 κάνει τίποτα". "Εσύ είσαι βουτηγμένος στην αμαρτία από τότε που γεννήθηκες", του αποκρίθηκαν, "και κάνεις εσύ τον δάσκαλο σ' εμάς;" Και τον έβγαλαν έξω. 35 Ο Ιησούς έμαθε ότι τον έδιωξαν και, όταν τον βρήκε, του είπε: "Εσύ πιστεύεις στον Υιό του Θεού;" 36 Εκείνος αποκρίθηκε: "Και ποιος είναι αυτός, κύριε, για να πιστέψω σ' αυτόν;" 37 "Μα τον έχεις κιόλας δει", του είπε ο Ιησούς "αυτός που μιλάει τώρα μαζί σου,
38 αυτός είναι". Κι εκείνος είπε: "Πιστεύω, Κύριε", και τον προσκύνησε.
Η αλληλεπίδραση μεταξύ χριστιανικής πίστης και θρησκευτικού βιώματος.
Ας διαβάσουμε τα αποσπάσμ
ατα από τα παρακάτω κείμενα για την έννοια του βιώματος στον Χριστιανισμό.
Στη συνέχεια ας σκεφτούμε πρώτα μόνοι μας και κατόπιν ας συζητήσουμε κι ας μοιραστούμε τη σκέψη μας με τον/την διπλανό/ή μας για τις επιδράσεις του θρησκευτικού βιώματος. Με αφετηρία το υλικό που θα συγκεντρώσουμε θα οργανώσουμε έναν «εννοιολογικό χάρτη» στον πίνακα της τάξης κατηγοριοποιώντας τα αποτελέσματα και παρουσιάζοντάς τα στην τάξη.
H Παναγία η Θεοσκέπαστη κάτω από το βράχο του Σκάρου στην Σαντορίνη
Η Θεοσκέπαστη
[...] Άξαφνα ψίθυρος σιγονότατος, ψαλμωδία κατανυκτική, φωνή ικέτις, μπερδεύοντας με τη φωνή της ερημίας και της θαλάσσης, έφτασε στ' αυτιά μας. Xείλη γυναικεία έψελναν ύμνους χριστιανικούς. Kάτω απ' τα ερείπια του κάστρου των Φράγκων, η ταπεινή μελωδία της Oρθοδοξίας, βεβαίωση της συνέχειας, τι συγκίνηση που ήταν! Σαν να μας έσεισε αγέρας βίαιος. Kάμαμε ακόμα λίγα βήματα. Kαι τότε πρόβαλε μπρος στα μάτια μας, όραμα θαμπωτικό, αλησμόνητο για πάντα, άσπρο, πάλλευκο: η «Θεοσκέπαστη». Πάνω απ' τα κρεμαστά νερά, στον άγριο βράχο, πάνω απ' το ηφαίστειο.
Oι ύμνοι τώρα έρχονται πιο καθαροί. Προχωρήσαμε, μπήκαμε στη Θεοσκέπαστη. Κατακάθαρο, γυμνό, κατάγυμνο ήταν το ξωκλήσι, καθώς όλα τα ξωκλήσια των Ελλήνων. Mονάχα ένα ξυλόγλυπτο, παλιό, παμπάλαιο τέμπλο. Kαι μπρος στο Ιερό, κάτω απ' το φαγωμένο τέμπλο, γονατισμένες πάνω στις πλάκες, με σκυφτό κεφάλι, αποτραβηγμένες στη δέησή τους, μονάχες με τον εαυτό τους και με το Θεό, ξυπόλητες, οι μαυροφορεμένες γυναίκες, που είχαμε δει από μακριά, έψελναν […].
Mας συνεπήρε κ' εμάς το μυστήριο, η κατάνυξη, γινήκαμε σε λίγο μαζί τους ένα, προσευχηθήκαμε κ' εμείς για ό,τι αγαπούμε και για τους ανθρώπους.
Σαν τέλειωσε η παράκληση κ' οι γυναίκες σηκωθήκαν απ' τις πλάκες, ωχρές, γαλήνη ήταν στο πρόσωπό τους πολλή. Mας τριγυρίσανε, είπαν τα δικά τους, είπαμε τα δικά μας. H μια είχε παιδί σκοτωμένο στον πόλεμο, η άλλη έχει γιο στο στρατό, η άλλη έχει γιο που ταξιδεύει στη θάλασσα. Kάθε χρονιά έχουνε τάμα να πάρουν βόλτα όλο το νησί, με τα πόδια, ν' ανάψουν τα καντήλια στα ξωκλήσια. Έτσι ξεκινήσανε και φέτος. Mε τα χαράματα πέσαν στο δρόμο απ' τον Πύργο, ξυπόλητες, κ' η σκόνη σκέπαζε τα σκληρά, τυραγνισμένα πόδια τους. Tώρα, ύστερα απ' τη χάρη της, μετά τη Θεοσκέπαστη, θ' ανηφορίζαν για τ' άλλα τα ξωκκλήσια, κατά τα δυτικά.
Bγάλανε απ' το μπογαλάκι τους το γιόμα τους, ψωμί σταρένιο, τις μικροσκοπικές ντομάτες της Σαντορίνης, ψαράκια της τράτας τηγανητά. «Ήντλησαν» νερό απ' τη μικρή στέρνα, νερό βρόχινο, μας φιλέψαν νερό και ψωμί. Δε θέλαμε να τους το στερήσουμε που το είχαν λιγοστό – το ψωμί και το νερό. Mα επιμένανε να το πάρουμε κοιτάζοντάς μας παρακαλεστικά μες στα μάτια, σαν να το γυρεύαν για χάρη.
«Tώρα μας ένωσε η Θεοσκέπαστη», είπαν [...].
Βενέζης, Η., «Η Θεοσκέπαστη» (απόσπασμα από το «Αφιέρωμα στη Σαντορίνη»). Νέα Εστία, τεύχ. 698 (1η Αυγούστου 1956), σελ. 1031.
Η τεχνολογία του τηλεφωνικού θαλάμου,παρωχημένη
και αχρηστευμένη πια από την κινητή τηλεφωνία, υπηρετεί τώρα τη λατρεία του αιωνίου. Τηλεφωνικός θάλαμος προσκυνητάρι, μια ενδιαφέρουσα έκφραση θρησκευτικού βιώματος. Φωτογραφία: Θ. Παντούλας.
Το θρησκευτικό βίωμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Δουλεύοντας σε ομάδες ας προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε εμπειρίες, βιώματα ή και δράσεις μιας σπουδαίας θρησκευτικής προσωπικότητας από την Ορθόδοξη Εκκλησία αξιοποιώντας και τα παρακάτω κείμενα. Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας απαντήσετε στα παρακάτω ερωτήματα: Ποιο/τι; Ποιος; Πού; Πότε; Πώς; Γιατί;
Ο Όσιος Πορφύριος γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 στο χωριό Άγιος Ιωάννης του σημερινού Δήμου Ταμιναίων της Εύβοιας. Το κοσμικό όνομά του ήταν Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης και από πολύ νωρίς έδειξε έφεση προς το μοναχισμό. Έτσι, σε ηλικία 13 χρόνων και έχοντας τελειώσει μόνο την Β' Δημοτικού, μετέβη στη σκήτη της Αγίας Τριάδος, τα γνωστά "Καυσοκαλύβια" του Αγίου Όρους, όπου έζησε τα επόμενα 6 περίπου χρόνια, ως υποτακτικός σε δύο γέροντες μοναχούς, λαμβάνοντας το όνομα Νικήτας. Κατόπιν, λόγω σοβαρής ασθένειας, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Εύβοια, όπου και εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους Λευκών Ευβοίας, στο Αυλωνάρι της Εύβοιας.
Σε ηλικία 20 ετών συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο του Σινά Πορφύριο, ο οποίος αναγνωρίζοντας σε αυτόν πνευματικά χαρίσματα, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, δίνοντάς του και το όνομα με το οποίο έμελλε να γίνει γνωστός.
Το 1940, σε ηλικία 34 ετών, μετέβη στην Αθήνα, όπου στις 12 Οκτωβρίου διορίστηκε ως Εφημέριος στην εκκλησία του Αγίου Γερασίμου, στην Πολυκλινική Αθηνών στην Ομόνοια.
Στις 16 Μαρτίου 1970, έχοντας συμπληρώσει 35ετία, έλαβε μικρή σύνταξη από το Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος και αποχώρησε από τη θέση του εφημερίου του Αγίου Γερασίμου, όπου όμως συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως το 1973. Τη χρονιά εκείνη έφυγε από την Αθήνα για να εγκατασταθεί αρχικά στον Άγιο Νικόλαο, στα Καλλίσια (σημερινή Καλλιθέα) της Πεντέλης και μετά από μερικά χρόνια στο Μήλεσι της Μαλακάσας, όπου και οικοδόμησε το Ιερό Ησυχαστήριο της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Απέκτησε σημαντική φήμη και πολλοί πιστοί τον επισκέπτονταν στον τόπο διαμονής του.
Το Νοέμβριο του 1991 μετέβη στο παλαιό κελί του, στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου και κοιμήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους,
Κατατάχθηκε στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στη συνεδρίασή της που διεξήχθη στις 27 Νοεμβρίου 2013.
Σύγχρονες εκφράσεις του θρησκευτικού βιώματος στον Χριστιανισμό και ο ρόλος τους στον κόσμο.
Με αφορμή το κείμενο του π. Λίβυου «Όταν του μοιάσουμε» και σε συνεργασία μεταξύ σας δημιουργήστε έναν «χάρτη» εννοιών με παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, στα οποία φαίνεται ότι το βίωμα του Χριστού μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Κατόπιν παρουσιάστε τα ευρήματά σας στη ολομέλεια της τάξης.
Όταν του μοιάσουμε…
Τις προάλλες συναντήθηκα με ένα γέροντα που αγαπώ πολύ. «Είδες ποτέ τον Χριστό γέροντα», τον ρώτησα. «Ναι πάτερ μου», μονολόγησε, με συστολή. «Πώς είναι Γέροντα;». «Όπως στα Ευαγγέλια πάτερ μου, αγνός, αγαθός, απλός και προσιτός». «Και πότε συνέβη αυτό;», ήταν η αμέσως επόμενη γεμάτη θάμβος ερώτησή μου. «Όταν αγάπησα πολύ δίχως να περιμένω τίποτα, πάτερ μου», ψιθύρισε ο γέροντας με χαμηλωμένα τα μάτια του, που είχαν ήδη πλημμυρίσει ερωτικά δάκρυα για τον Χριστό του. «Άδειασα σαν άνθρωπος και γέμισα Χριστό. Τα έδωσα όλα και δεν πήρα τίποτα. Τότε έρχεται Εκείνος, όταν του μοιάσεις».
Αυτή η φράση, «Ο Χριστός έρχεται, όταν του μοιάσουμε», σκαρφάλωσε στα πιο δύσβατα μονοπάτια της καρδιάς μου και άνοιξε χώρο μέσα μου. Ναι, η αγάπη. Εκείνη που ξέρει να θυσιάζεται και να χάνει. Να τα δίνει όλα δίχως να κρατάει λογαριασμό. Εκείνη που πεθαίνει για να ζήσει ο άλλος. Που προδίδεται, σταυρώνεται κι όμως συγχωρεί. Που ξέρει να λέει και να εννοεί, πάρε τον παράδεισό μου και δος μου την «κόλασή» σου…
Αναρτήθηκαν μέσα στο καλοκαίρι 2020 στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Παιδείας τα "Νέα Προγράμματα Σπουδών και Βιβλία στα Θρησκευτικά" και τα βιβλία του μαθητή. Επίσης σύμφωνα με τον πρόλογο των συντακτών πρόκειται για βιβλία εργασίας που περιέχουν μια ανθολογία ποικίλων κειμένων. Το υλικό αυτό εξακολουθεί να είναι προσωρινό καθώς πρόκειται για μεταβατική λύση μέχρι να ετοιμαστούν τα κανονικά βιβλία και σε εφαρμογή της απόφασης του ΣτΕ για κατάργηση των προηγούμενων προγραμμάτων. Θεώρησα χρήσιμο να τα ανεβάσω όλα εδώ τα αρχεία είναι σε μορφή pdf. Πατώντας πάνω στις εικόνες που ακολουθούν μπορείτε να ανοίξετε το σχετικό αρχείο και να το αποθηκεύσετε.
Η σημαντική αυτή ταινία από την Τουρκία (2006), σκηνοθετημένη από τον Ozer Kiziltan, μας παρουσιάζει με πολύ ρεαλισμό την ιστορία ενός ήσυχου, μοναχικού ανθρώπου, που αγωνίζεται να σώσει τη ψυχή του στη σύγχρονη Κωνσταντινούπολη. Με πρωταγωνιστή τον Erkan Can, η ταινία τιμήθηκε με διεθνείς διακρίσεις στο Τορόντο, στο Σεράγιεβο, στη Νυρεμβέργη και στη Γενεύη καθώς και με το βραβείο Fipresci στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 2007.
Ο ισλαμικός όρος Takva ή Taqwa, προέρχεται από το εβραϊκό Tikvah που σημαίνει ελπίδα και αναφέρεται στο φόβο του Θεού, τη σταθερή πίστη και την τήρηση των εντολών του Αλλάχ.
Η πλοκή
Ο ταπεινός και ευσεβής Muharrem ζει μια μοναχική και απλή ζωή προσευχής και σεξουαλικής αποχής. Η εξαιρετική του αφοσίωση προσελκύει την προσοχή του Σεΐχη μιας τάξης Σούφι της Κωνσταντινούπολης που του προσφέρει διοικητική θέση, ως διαχειριστή της ιδιοκτησίας που ανήκει και υποστηρίζει ένα σχολείο για ορφανά και φτωχά παιδιά.
Η νέα δουλειά του Muharrem τον φέρνει σε επαφή με το σύγχρονο κόσμο από τον οποίο δεν έχει εμπειρία στο παρελθόν. Σύντομα παρουσιάζει αντιφατικές στάσεις και διλήμματα σχετικά με το αλκοόλ, τη φιλανθρωπία και την τιμιότητας. Παρατηρεί ότι ο ίδιος έχει γίνει περήφανος, ευέξαπτος και ακόμη και ανέντιμος. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα όταν η εσωτερική ειρήνη του Μουχάρεμ διαταράσσεται από τη βασανιστική εικόνας μιας σαγηνευτικής γυναίκας που τον δελεάζει στα όνειρά του, τόσο νύχτα όσο και μέρα. Με την ισορροπία της αφοσίωσής του τώρα αναστατωμένη, ο φόβος του για το Θεό αρχίζει να τρώει τις αισθήσεις του. Παραμένει ωστόσο σταθερός αναζητώντας συγχώρεση από τον Αλλάχ και καθοδήγηση από τον Σεΐχη του, στον οποίο έχει πλήρη πίστη.
Ο Σεΐχης σκιαγραφείται ως η απόδειξη του πώς μπορεί να διαφθείρει η εξουσία. Σε όλη την ιστορία, ο Σεΐχης καθοδηγεί τον Μουχάρεμ στο μυστικιστικό μονοπάτι, ωστόσο, ο Μουχάρεμ σε κάποιες στιγμές μπερδεύεται, όπως από την επιμονή του Σέιχη ότι το ενοίκιο πρέπει να εισπράττεται από όλους, ακόμη και από εκείνους που δεν μπορούν να πληρώσουν. Όταν ο Μουχάρεμ αντιμετωπίζει τις μεγαλύτερες πνευματικές του κρίσεις και αναζητά τον Σεΐχη, εκείνος θα μπορούσε να τον συμβουλεύσει αλλά βρίσκεται σε 40ημερη άσκηση απομόνωσης.
Ωστόσο, είναι πιθανό οι ενέργειες του Σεΐχη να αποσκοπούν στο να ωθήσουν τον φουκράτ του (μαθητή) πέρα από τα γνώριμα σε αυτόν μοναστικά του όρια. Ο δάσκαλος ωθεί τον Muharrem έξω από τα όρια του για να τον βοηθήσει να ωριμάσει βάζοντας σε δοκιμασία το χαρακτήρα του. Υπάρχει ένα ρητό σύμφωνα με το οποίο: «Τα χρήματα θα αποκαλύψουν τον αληθινό χαρακτήρα ενός ατόμου, εάν είναι γενναιόδωρος, με τα χρήματα θα γίνει περισσότερο, εάν όμως είναι άπληστος, με τα χρήματα θα αποκαλυφθεί». Ο Muharrem, στην αρχή, είναι τίμιος με τη διαχείριση των χρημάτων. Έχει συμπόνια για την οικογένεια που δεν μπορεί να πληρώσει το ενοίκιο. Όταν τον ωθεί ο Σεΐχης να συλλέξει από όλους τα ενοίκια, ακόμη και από αυτούς που δεν μπορούν να πληρώσουν, μια αλλαγή συμβαίνει μέσα του καθώς αντιμετωπίζει το δίλημμα να ακολουθήσει την εσωτερική του φωνή ή τις οδηγίες του αγαπημένου του Σεΐχη.
Η ταινία τελειώνει με αυτόν να βιώνει μια έντονη κρίση πνεύματος, που προκαλείται από την εσωτερική του ευσέβεια καθώς αυτή συγκρούεται με την αλλαγή που βλέπει να έχει επιφέρει στον εαυτό του η νέα του δουλειά. Καταλήγει κατατονικός στο κρεβάτι ενώ τον φροντίζει η κόρη του Σεΐχη, ωστόσο αυτός αγνοεί εντελώς την παρουσία της.
Η Μακεδονική Σχολή γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, άνθισε κυρίως στην Μακεδονία με κέντρο την Θεσσαλονίκη και πέρασε και στη Σερβία. Η Σχολή αυτή χαρακτηρίζεται για τον ρεαλισμό και την ελευθερία της. Έχει ένταση, κίνηση και πλούσια χρωματολογία. Το πρόσωπο και τα ενδύματα είναι πλατειά φωτισμένα, γι' αυτό και την ονομάζουν «πλατειά τεχνοτροπία». Υποστηρίχθηκε η άποψη - χωρίς να είναι απόλυτο - ότι η τέχνη αυτή υπήρξε ιδιαίτερα συμπαθής στους λογίους, στις μορφωμένες τάξεις, τους αυλικούς. Κύριοι εκφραστές της υπήρξαν ο Μανουήλ Πανσέληνος (ο οποίος αγιογράφησε το παρεκκλήσι του Αγίου Ευθυμίου Θεσσαλονίκης και το ναό του Πρωτάτου), ο Μιχαήλ Αστραπάς και ο αδελφός του Ευτύχιος, που αγιογράφησαν στη Σερβία, ο Γεώργιος Καλλιέργης κ.α. Στην ίδια εποχή ανήκει και το απαράμιλλο σε τέχνη και ομορφιά μνημείο της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη.
Δε θα ξέραμε τίποτε για τον Μανουήλ Πανσέληνο, τον μεγαλύτερο ζωγράφο της βυζαντινής τεχνοτροπίας που ζωγράφισε τις εκπληκτικές τοιχογραφίες του 13ου αιώνα στο Πρωτάτο και στις άλλες μονές του Αγίου Όρους, αν ο μοναχός Διονύσιος εκ Φουρνά, δε διέσωζε το όνομά του, γράφοντας μια πραγματεία περί ζωγραφικής για να φωτιστούν οι νεώτεροι, όπως έγραψε, από τον "ως σελήνη λάμποντα κυρ Μανουήλ Πανσέληνο", τρεις αιώνες μετά τον θάνατό του.
Η σειρά «Δεν είσαι μόνος» είναι ένα ταξίδι στο χρόνο και στο χώρο,ένα οδοιπορικό σε τόπους θαμμένους στη λήθη. Περιλαμβάνει 10 επεισόδια και πραγματεύεται πανανθρώπινες αξίες που εκφράστηκαν σε κοινωνίες του παρελθόντος,στηριγμένη στα Πατερικά κείμενα, το Ευαγγέλιο, σε κείμενα θεωρητικά, φιλοσοφικά, δοξαστικά, πολλές φορές προφητικά. Αυτά τα κείμενα, που περιέχουν την πείρα και τη σοφία αιώνων, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, συνδιαλέγονται γόνιμα με την εποχή μας δίνοντας τη δική τους απάντηση στα σημερινά προβλήματα του ανθρώπου. Μπορεί να είναι επίκαιρος ένας λόγος που γράφτηκε εδώ και δυόμισι χιλιετίες; Σε ποια κοινωνία απευθυνόταν; Τι κοινό έχει με τη σημερινή; Μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο σε μια άλλη οπτική, έναν διαφορετικό προσανατολισμό και μια επαναξιολόγηση της πορείας του σήμερα; Τα γυρίσματα της σειράς πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα (Αστυπάλαια, Μακεδονία, Ήπειρος, Μετέωρα, Αίγινα, Λουτράκι, Θήβα, Μήλος, Κως, κ.α), την Τουρκία (Κωνσταντινούπολη, Καππαδοκία, Αντιόχεια, Μυρσίνη κ.α.), την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Σκωτία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Συρία.
Σε ένα φανταστικό βίο, ο Πανσέληνος μιλά για τον εαυτό του.
Σε ένα φανταστικό βίο, ο Πανσέληνος μιλά για την ζωγραφική πριν απ΄αυτόν και μετά απ’ αυτόν μέχρι σήμερα.
Σε ένα φανταστικό βίο, ο Πανσέληνος δεν θα μπορούσε να είναι πουθενά αλλού από τον Παράδεισο.
Σκηνοθεσία: Μαρία Χατζημιχάλη-Παπαλιού Μοντάζ: Γιάννης Τσιτσόπουλος Σενάριο- Έρευνα: Λένα Βουδούρη Διεύθυνση Φωτογραφίας: Βαγγέλης Κουλίνος Πρωτότυπη μουσική: Μάριος Αριστόπουλος Αφήγηση: Κώστας Καστανάς Συμμετείχαν: ο Αιδεσιμολογιότατος π. Σταμάτης Σκλήρης
Ο Άγιος Γεώργιος (280 - 23 Απριλίου 303) ήταν στρατιώτης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και αργότερα αγιοποιήθηκε ως χριστιανός μάρτυρας. Αποκαλούμενος από την Ορθόδοξη Εκκλησία Μεγαλομάρτυς και Τροπαιοφόρος, είναι από τους δημοφιλέστερους αγίους σε ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο. Η μνήμη του τιμάται στις 23 Απριλίου.
Η γιορτή του δεν είναι κινητή, όπως μερικοί λανθασμένα πιστεύουν, απλά ο άγιος είναι τόσο δημοφιλής που παράδοση αρχαία θέλει όταν το Πάσχα πέσει αργά, μετά τις 23 Απριλίου, και άρα ο άγιος πρέπει να εορταστεί μέσα στη Σαρακοστή (περίοδο νηστείας και προσευχής) να μετατίθεται η γιορτή του τη Δευτέρα μετά το Πάσχα για να γιορτάζουν οι χριστιανοί μαζί και το Πάσχα και τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου. Το στενό εορτασμό του αγίου Γεωργίου με το Πάσχα διαπιστώνουμε και από το "δοξαστικό" των αίνων της εορτής που παραθέτω.
Ο Άγιος Γεώργιος θεωρείται προστάτης του Πεζικού και του Στρατού Ξηράς, ενώ είναι και ο προστάτης Άγιος της Αγγλίας. Επίσης, θεωρούνταν Άγιος προστάτης των Σταυροφόρων και των Προσκόπων.
Ως τροπαιοφόρος (στρατιωτικός) άγιος και ελευθερωτής συγκεντρώνει πολλές θαυμάσιες διηγήσεις και παραδόσεις, από τις οποίες η σπουδαιότερη είναι αυτή που μιλάει για το φόνο του δράκοντα και της σωτηρίας της βασιλοπούλας. Το θηρίο αυτό φυλούσε το νερό μιας πηγής κοντά στη Σιλήνα στη Λιβύη και το άφηνε να τρέχει μόνον όταν έβρισκε κάποιον άνθρωπο να φάει. Οι κάτοικοι της περιοχής όριζαν με κλήρο το θύμα του δράκοντα. Ολόκληροι στρατοί είχαν αντιταχθεί με αυτό το τέρας, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο κλήρος έφερε και τη σειρά της βασιλοπούλας, την οποία έσωσε ο Άγιος Γεώργιος φονεύοντας το δράκο.
Απεικόνιση του αγίου φορώντας ένα κόκκινο σταυρό σε λευκό μανδύα ιππότη, από τον Μπερνάτ Μαρτορέλλ, 1430.
Ανέτειλε η άνοιξη, ελάτε να γλεντήσουμε, έλαμψε η Ανάσταση του Χριστού, ας ευχαριστηθούμε, η μνήμη του Αθλοφόρου (Αγ. Γεωργίου) που χαροποιεί του πιστούς πρόβαλε. Γι' αυτό εσείς που αγαπάτε τις γιορτές, ελάτε να πανηγυρίσουμε μυστικά, γιατί αυτός σαν καλός στρατιώτης φάνηκε γενναίος άνδρας εναντίων των τυράννων και τους νίκησε, αφού έγινε μιμητής του πάθους του Σωτήρα Χριστού, χωρίς να δείξει συμπόνια στο πήλινο του σκεύος (χωρίς να λυπηθεί το σώμα του), αλλά γυμνό το ανέπλασε αμείβοντάς το με βασανισμούς. Προς αυτόν ας φωνάξουμε: Αθλοφόρε παρακάλεσε (το Θεό) να σώσει τις ψυχές μας.
Ακολουθεί μια από τις ωραιότερες εκτελέσεις του τροπαρίου από τον ιεροψάλτη Ιωάννη Χασανίδη σε ήχο πλ α΄
Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ' άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα 'χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.
Συ θα 'χεις μάτια γαλανά, θα 'χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μαχητές, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.
Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν' ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ' απ' το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...
Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.
Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
Στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!
- Ω! πώς βελάζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσο...-
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ' τους λύκους να κρυφογεννήσω!
Τον ήλιον κρύψαντα τας ιδίας ακτίνας και το καταπέτασμα του ναού διαρραγέν τω του Σωτήρος θανάτω, ο Ιωσήφ θεασάμενος προσήλθε τω Πιλάτω και καθικετεύει λέγων:
«Δος μοι τούτον τον ξένον, Τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσμω. Δος μοι τούτον τον ξένον, ον ομόφυλοι, μισούντες θανατούσιν ως ξένον. Δος μοι τούτον τον ξένον, ον ξενίζομαι βλέπειν του θανάτου τον ξένον. Δος μοι τούτον τον ξένον, όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους. Δος μοι τούτον τον ξένον, Ον Εβραίοι τω φθόνω απεξένωσαν κόσμω. Δος μοι τούτον τον ξένον, ίνα κρύψω εν τάφω, ος ως ξένος ουκ έχει την κεφαλήν πού κλίνη. Δος μοι τούτον τον ξένον, ον η μήτηρ ορώσα νεκρωθέντα εβόα:
Ω Υιέ και Θεέ μου, ει και τα σπλάχνα τριτρώσκομαι και καρδίαν σπαράττομαι νεκρόν σε καθορώσα αλλά τη ση αναστάσει θαρρούσα μεγαλύνω». Και τούτοις τοις λόγοις δυσωπών τον Πιλάτον ο ευσχήμων λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα, ο και φόβω εν σινδόνι ενειλήσας και σμύρνη, κατέθετο εν τάφω τον παρέχοντα πάσι.
Όταν βράδιασε, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Αυτός τόλμησε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Πιλάτο, και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Παρουσιάστηκε ένας θνητός μπροστά σε έναν θνητό ζητώντας να λάβει τον Θεό. Ζητά τον Θεό των θνητών. Ο πηλός μπροστά στον πηλό, ζητά να λάβει τον πλάστη των όλων. Το χορτάρι, ζητά από το χορτάρι την ουράνια φωτιά. Η τιποτένια σταγόνα, παίρνει από την τιποτένια σταγόνα τον απύθμενο ωκεανό. Ποιος είδε, ποιος ποτέ άκουσε αυτό το απίστευτο; Ένας άνθρωπος να χαρίζει σε άλλον άνθρωπο τον δημιουργό των ανθρώπων. Ένας άνομος άρχοντας σ’ έναν άνθρωπο του νόμου υπόσχεται να χαρίσει τον νομοθέτη. Ένας άκριτος κριτής τον Κριτή των κριτών επιτρέπει να τον θάψουν ως κατάδικο.
Όταν βράδιασε, ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ. Πραγματικά πλούσιος, αφού πήρε ολόκληρη τη σύνθετη υπόσταση του Κυρίου.
Αληθινά πλούσιος, αφού έλαβε από τον Πιλάτο τη διπλή ουσία του Χριστού.
Πλούσιος διότι αξιώθηκε να πάρει τον πολύτιμο μαργαρίτη.
Πραγματικά πλούσιος γιατί κράτησε το βαλάντιο που ήταν γεμάτο με τον θησαυρό της θεότητος.
Πώς να μην είναι πλούσιος αυτός που απέκτησε τη ζωή και τη σωτηρία του κόσμου; Πώς να μην είναι πλούσιος ο Ιωσήφ, αφού δέχτηκε για δώρο Αυτόν που τρέφει και είναι Δεσπότης όλων; Όταν βράδιασε. Επομένως είχε δύσει πια στον Άδη ο ήλιος της δικαιοσύνης. Γι’ αυτό ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος που το όνομά του ήταν Ιωσήφ από την Αριμαθαία που κρυβόταν γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους.
………………………………………………………………………………..
Αλλά τι του λέει; Ένα τιποτένιο αίτημα, και για όλους μικρό, άρχοντα μου ήλθα να σου ζητήσω. Ένα πολύ μικρό αίτημα. Το εξής:
Δος μου να θάψω το νεκρό σώμα εκείνου που καταδικάστηκε από εσένα, του Ιησού του Ναζωραίου, του Ιησού του φτωχού, του Ιησού του αστέγου, του Ιησού που κρέμεται —στον Σταυρό— γυμνός και περιφρονημένος, του Ιησού του γιου του ξυλουργού, του Ιησού του δέσμιου, που έμενε στο ύπαιθρο, του ξένου, του αγνώριστου μεταξύ των ξένων, του περιφρονημένου, και κοντά σε όλα και κρεμασμένου στον Σταυρό.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί τι σε ωφελεί το σώμα αυτού του ξένου;
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί ήλθε εδώ από μακρινή χώρα για να σώσει τον άνθρωπο που αποξενώθηκε από τον Θεό. Γιατί κατέβηκε στη σκοτεινή γη για να ανεβάσει τον ξένο.
Δος μου αυτόν τον ξένο, γιατί αυτός είναι ο μόνος -πραγματικά- ξένος.
Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τη χώρα αγνοούμε εμείς οι ξενιτεμένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον Πατέρα αγνοούμε εμείς οι ξένοι. Δος μου αυτόν τον ξένο του Οποίου τον τόπο και τη γέννηση και τον τρόπο — της ζωής Του— αγνοούμε εμείς οι ξένοι.
Δος μου αυτόν τον ξένο που έζησε ζωή και βίο ξενιτεμένου στα ξένα. Δος μου αυτόν τον ξένο Ναζωραίο του Οποίου τη γέννηση και τον τρόπο αγνοούμε εμείς οι ξένοι.
Δος μου αυτόν που με τη θέληση Του είναι ξένος και εδώ δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που σαν ξένος σε ξένη χώρα, άστεγος γεννήθηκε στη φάτνη.
Δος μου αυτόν τον ξένο που απ’ αυτήν ακόμη τη φάτνη έφυγε ως ξένος από τον Ηρώδη.
Δος μου αυτόν τον ξένο, που απ’ τα σπάργανα Του ακόμη ξενητεύθηκε στην Αίγυπτο, και δεν είχε πόλη, ούτε χωριό, ούτε σπίτι ούτε τόπο να μείνει, ούτε συγγενή, αλλά σε ξένη χώρα Αυτός είναι ξένος.
Δος μου, άρχοντα μου αυτόν τον γυμνό που κρέμεται στο ξύλο —του Σταυρού— να τον σκεπάσω, γιατί Αυτός σκέπασε τη γύμνωση της φύσεως μου.
Δος μου αυτόν τον νεκρό που είναι μαζί και Θεός, να σκεπάσω Αυτόν που κάλυψε τις δικές μου ανομίες. Δος μου, άρχοντα μου τον νεκρό που έθαψε μέσα στον Ιορδάνη τη δική μου αμαρτία. Για έναν νεκρό σε παρακαλώ, που αδικήθηκε από όλους, που πουλήθηκε από φίλο, που προδόθηκε από μαθητή, που διώχθηκε από τους αδελφούς του, που ραπίσθηκε από δούλο. Για έναν νεκρό σε θερμοπαρακαλώ, ο Οποίος καταδικάστηκε από αυτούς που ο Ίδιος ελευθέρωσε από τη δουλεία, ο οποίος ποτίσθηκε με ξύδι, τραυματίσθηκε απ’ αυτούς που θεράπευσε, που εγκαταλείφθηκε από τους μαθητές Του και στερήθηκε την ίδια τη Μητέρα Του. Για τον νεκρό, άρχοντα μου, σε ικετεύω, Αυτόν τον άστεγο που κρέμεται στο ξύλο -του Σταυρού—.
Διότι επάνω στη γη δεν έχει να Του συμπαρασταθεί ούτε πατέρας, ούτε φίλος, ούτε μαθητής, ούτε συγγενής, ούτε κανένας να Τον θάψει, αλλά είναι μόνος, μονογενής Υιός του μόνου —Πατέρα—, Θεός στον κόσμο και κανένας άλλος….
Ψάλλουν οι πατέρες της μονής Βατοπαιδίου. Τόσο το ηχητικό όσο και το κείμενο καθώς και το παραπάνω σχόλιο βρίσκονται μεταξύ άλλων στον ψηφιακό δίσκο της μονής: "ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟΝ".
Η εβδομάδα πριν από το Πάσχα ονομάζεται Μεγάλη και πραγματικά είναι. Από την Κυριακή των Βαΐων και κάθε βράδυ ψάλλεται στις εκκλησίες ο Όρθρος της επόμενης ημέρας, για να μπορούν όλοι να ζήσουν τα δραματικά γεγονότα των Παθών του Κυρίου. Κάθε ημέρα είναι αφιερωμένη σε ένα διαφορετικό γεγονός της επίγειας ζωής του Ιησού. Αλλά ας δούμε τις ημέρες με τη σειρά.
Τη Μεγάλη Δευτέρα κυριαρχούν δύο γεγονότα: η ζωή του πάγκαλου (πανέμορφου στο σώμα και στην ψυχή) Ιωσήφ και το περιστατικό με την άκαρπη συκιά (Ματθ. 21,18-22). Ο Ιωσήφ προεικονίζει το Χριστό και η συκιά συμβολίζει τη συναγωγή των Εβραίων, που ήταν άκαρπη από καλά έργα.
Τη Μ. Τρίτη θυμόμαστε δύο παραβολές: των δέκα παρθένων και των ταλάντων (Ματθ. 25, 1-30). Η πρώτη ζητά να είμαστε ως πιστοί συνεχώς έτοιμοι έχοντας αναμμένες τις λαμπάδες της πίστης και της φιλανθρωπίας. Η δεύτερη μας θέλει εργατικούς, για να αυξήσουμε τα πνευματικά μας χαρίσματα.
Η Μ. Τετάρτη είναι αφιερωμένη στην αμαρτωλή γυναίκα, που κατάλαβε ότι ο Ιησούς ήταν ο Θεός και μετανιωμένη για τα λάθη της άλειψε τα πόδια του με πολύτιμο μύρο. ενώ τα έβρεχε με τα δάκρυά της (Λουκ. 7, 47).
Τη Μ. Πέμπτη γιορτάζουμε: τον ιερό Νιπτήρα, το πλύσιμο δηλαδή των ποδιών των μαθητών από το Διδάσκαλο τους, το Μυστικό Δείπνο (την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας), την προσευχή του Κυρίου στον Πατέρα του και την προδοσία του Ιούδα.
τη Μ. Παρασκευή έχουμε την κορύφωσή του: τα άγια και σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού μας.
Το Μ. Σάββατο γιορτάζουμε την ταφή του Κυρίου και την κάθοδο του στον Άδη, όπου κήρυξε σ' όλους τους νεκρούς. Σώθηκαν όσοι πίστεψαν σ' αυτόν. Ανάμεσά τους ο Αδάμ και η Εύα.
ΥΤΕΣ τις ημέρες ξαναγυρίζω πάντα στα παιδικά μου χρόνια. Και θυμάμαι τις θαυμάσιες εκείνες γιορτές που χαιρόμουν στην πατρίδα μου, όταν ήμουν μικρό αμέριμνο παιδί κι είχα τους καλούς μου γονείς να με φροντίζουν και να μ' οδηγούν σε όλα. Φυσικά και στην εκκλησία ή στα «θρησκευτικά μου καθήκοντα»... Όσο ήταν χειμώνας, η μητέρα μου μ' έπαιρνε μαζί της στον Αϊ-Γιάννη ή στη Φανερωμένη, τις γειτονικές μας εκκλησίες, που λειτουργούσαν κάπως αργά —από τις οκτώ η μια, από τις εννιά η άλλη. Μα όταν έμπαινε η άνοιξη, που μπορούσα να ξυπνώ και να βγαίνω πιο πρωί, ο πατέρας μου μ' έπαιρνε στην Επισκοπιανή ή στον Άγιο Χαράλαμπο, εξοχικές εκκλησίτσες αυτές, σ' ένα ωραίο παραθαλάσσιο προάστιο, που λειτουργούσαν από τις επτά. Μετά τη λειτουργία, κάναμε κι έναν περίπατο στους Κήπους και γυρίζαμε λιγάκι κουρασμένοι μα πολύ ευχαριστημένοι κι οι δυο.
Ώ, ήταν τόσο όμορφα! Η άνοιξη είχε στολισμένες τις πρασινάδες με μαργαρίτες άσπρες και κίτρινες, με ολοκόκκινες παπαρούνες και μ' άλλα γαλάζια ή μαβιά αγριολούλουδα. Τι πολύχρωμο το χαλί που απλωνόταν στα χωράφια! Το έβλεπα κι από την ανοιχτή πόρτα της εκκλησιάς, καθώς άκουγα τα ψαλσίματα, τις ευχές και τα ευαγγέλια. Τα ευαγγέλια προπάντων μ' άρεσαν πολύ. Είναι τόσο ποιητικά αυτά που λένε πριν και μετά το Πάσχα! Πρώτα των Βαΐων —και συνήθως απ' αυτή την Κυριακή άρχιζα να πηγαίνω στις εξοχικές εκκλησίτσες— έπειτα της Ανάστασης, έπειτα του Θωμά, των Μαυροφόρων, της Σαμαρείτιδος... Ο παπα-Λογοθέτης, εφημέριος στον Αί-Χαράλαμπο, πολύ γραμματισμένος, τα έλεγε θαυμάσια. Κι όχι ψαλτά με μπάσα και σικόντα, όπως σ' άλλες εκκλησιές, αλλά διαβαστά, καθαρά, σταράτα, λέξη προς λέξη, και μ' έκφραση, με τόνο ώστε να καταλαβαίνει το νόημα κι ο αγράμματος. Κι αλήθεια, στις εκκλησίτσες εκείνες το περισσότερο
πήγαιναν απλοί, ταπεινοί άνθρωποι του λαού —ψαράδες, βαρκάρηδες, κηπουροί, μυλωνάδες. Και σου 'κανε χαρά να τους βλέπεις ντυμένους κυριακάτικα, ν' ακούνε με τόση ευλάβεια και με τόση προσοχή τα λόγια του Κυρίου...
Τη Μεγάλη όμως Εβδομάδα και το Πάσχα, όλη όλη μου η «εκκλησία» ήταν, την Κυριακή το πρωί, η Ανάσταση που γινόταν στο ύπαιθρο, και κατόπι η λειτουργία: «Δεύτε λάβετε φως, Χριστός Ανέστη, Εν αρχή ην ο λόγος» και καθεξής. Δε μ' έβγαζαν έξω βράδυ, κι ούτε στα Νυμφία με πήγαιναν, ούτε στην Ακολουθία των Παθών, ούτε στη λιτανεία του Επιταφίου, που μόνο την πένθιμη μουσική της άκουγα από μακριά, αν τύχαινε να ξυπνήσω τη νύχτα της Μεγάλης Παρασκευής. Έτσι δεν ήξερα καλά τι προηγήθηκε απ’ την Ανάσταση. Μόνο, από την Κυριακή των Βαΐων, πως ο Χριστός μπήκε θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα. Αλλά τι έκαμε κει, τι τον έκαμαν, άκρες μέσες: Κάποιος Μυστικός Δείπνος, κάποιος σταυρικός Θάνατος, κάποια Ταφή σε καινό μνημείο... Τι να ήταν αυτά; Πώς να είχαν γίνει; Μόλις είχα μια ιδέα.
Κι άξαφνα... τα έμαθα όλα! Είχα μεγαλώσει, φαίνεται, εκείνο το χρόνο, κι οι γονείς μου με πήραν μαζί τους παντού.. Έτσι άκουσα και τα φοβερά εκείνα ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης και της Μεγάλης Παρασκευής και το Σήμερον κρεμάται!... Είδα και το Χριστό με το αγκαθένιο του στεφάνι στο μαύρο σταυρό, ένα μεγάλο Χριστό σαν αληθινό... Έπειτα τον είδα και νεκρό, ξαπλωμένο στο χρυσό Επιτάφιο (κι ο Χριστός του Επιταφίου στη Ζάκυνθο δεν είναι κεντημένος σε πανί, είναι ζωγραφισμένος σε ξύλο, σαν εικόνα περικομμένη, όπως κι ο Εσταυρωμένος). Και θυμούμαι ακόμα τι αλλιώτικη εντύπωση, τι μεγαλύτερη χαρά μου έκαμε το Πάσχα στην εκκλησίτσα, την πρώτη φορά, αφού είχ' ακούσει πια κι ιδεί και μάθει όλα τα προηγούμενα. Μπορώ να πω πως αυτό ήταν το πρώτο μου Πάσχα.
Γιατί όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα την είχα περάσει με το πένθος, με τη λύπη των Παθών. Είχα παρακολουθήσει το Χριστό στο μαρτύριό του, στην αγωνία του, στο θάνατο του· είχ' ακούσει και τη Διαθήκη του, είχα παρακαθίσει και στο Μυστικό Δείπνο, είχ' ακολουθήσει και την εκφορά του, κλαίγοντας μαζί με τη Θλιμμένη Μητέρα, που κι αυτή ακολουθούσε ζωγραφιστή σε μια μεγάλη εικόνα σαν αληθινή: ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατον μου τέκνον... Γι' αυτό το Χριστός Ανέστη μου έκαμε ύστερα τόση χαρά, τόση αγαλλίαση, γι' αυτό μου φάνηκε σαν μιαν υπέρτατη ικανοποίηση, σαν μια νίκη, σαν ένας θρίαμβος. Εκείνος που φόρεσε για εμπαιγμό ψεύτικη πορφύρα. Εκείνος που ποτίσθηκε χολή και ξίδι, και μαστιγώθηκε, και καρφώθηκε σε ξύλο, και πέθανε μαρτυρικά, σαν άνθρωπος, έβγαινε ζωντανός από τον τάφο κι ανέβαινε στον ουρανό σαν Θεός!
Έτσι έπρεπε να είναι. Για να μου δώσει τόση χαρά η Ανάσταση, έπρεπε να προηγηθεί το Πάθος· για να μου κάμει τόση εντύπωση το Πάσχα, έπρεπε να γνωρίσω τη Μεγάλη Εβδομάδα. Μαθαίνοντας όσα έμαθα εκείνον το χρόνο, μάθαινα τη ζωή, που ως τότε ήμουν πολύ μικρός για να την ξέρω, αφού οι γονείς που με φρόντιζαν και μ' οδηγούσαν, δεν με πήγαιναν παρά στις χαρούμενες κυριακάτικες λειτουργίες και με προφύλαγαν απ' τα λυπητερά, που δεν ήταν ακόμα για μένα. Έτσι και στη ζωή: Τη χαρά, την αληθινή χαρά, την κατακτούμε ύστερ' από αγώνα και αγωνία, ύστερ' από κόπο και λύπη. Πριν από κάθε μας Πάσχα, πρέπει να περάσουμε μια Μεγάλη Εβδομάδα.
Ω, αυτό το ξέρετε και σεις από τώρα. Μήπως την εβδομάδα των διαγωνισμών του σχολείου, που προηγείται από τη νίκη και τη χαρά του άριστα, δεν την ονομάζετε... Μεγάλη Εβδομάδα;