Οι
ακόλουθες σημειώσεις ανήκουν στην Ελένη Οικονομοπούλου, τις οποίες προσάρμοσα
στην ύλη αυτών που διδαχθήκαμε. Νομίζω ότι είναι αρκετά βοηθητικές. Αν τις κοιτάξετε είναι σαν να κάνετε μια σύντομη επανάληψη.
κεφαλαιο 1 ενότητα
Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των φιλοσοφικων προβλημάτων; Γιατι χαρακτηρίζονται οριακά θεμελιώδη και έσχατα;
Τα φιλοσοφικά ερωτήματα και τα προβλήματα που αυτά θέτουν φαίνεται να ασκούν πάνω μας μια παράξενη γοητεία, να μας προξενούν δέος και αμηχανία ή μπορεί και να μας εκνευρίζουν όταν οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Η γενικότητα, αλλά και ο παράδοξος χαρακτήρας τους μας κάνουν να νιώθουμε ότι θα υποστούμε ένα είδος “νοητικής κράμπας”, εάν ασχοληθούμε μαζί τους. Η ενασχόληση με αυτά τα ερωτήματα μας βοηθά να διερευνήσουμε τα όρια της ανθρώπινης σκέψης, δηλαδή να καταλάβουμε μέχρι πού μπορούν να φτάσουν τα λογικά και τα εννοιολογικά μας εργαλεία. Γι’ αυτό και μπορούμε να αποκαλέσουμε τα ερωτήματα αυτού του είδους οριακά, θεμελιώδη ή έσχατα.
κεφαλαιο 1 ενότητα 2
Ποιοι είναι οι βασικοί στόχοι της φιλοσοφικής δραστηριότητας;
1. Διασάφηση γενικών εννοιών
2. Aιτιολόγηση βασικών πεποιθήσεων
3. Διαμόρφωση μιας συνολικής θεώρησης του κόσμου και της θέσης του ανθρώπου μέσα σ’αυτόν
4. Καθοδήγηση της πράξης και οργάνωση του τρόπου ζωής μας
κεφαλαιο 1 ενότητα 3
Ποιοι οι κλάδοι της φιλοσοφίας και τι εξετάζει ο καθένας;
μεταφυσική ή οντολογία.= αντικείμενό της είναι η βαθύτερη υφή της πραγματικότητας, προσπαθεί δηλαδή να καταλήξει σε μια γενική θεώρηση του τι υπάρχει
γνωσιολογία. = αντικείμενό της είναι η γνώση -οι δυνατότητες, οι πηγές, τα είδη, οι μέθοδοι απόκτησής της
πρακτική φιλοσοφία = αντικείμενό της είναι οι αρχές που πρέπει να ρυθμίζουν τις πράξεις μας και να μας καθοδηγούν στην οργάνωση της ζωής μας
περιλαμβάνει την ηθική, την πολιτική φιλοσοφία, αλλά και την αισθητική.
Επειδή στην πρακτική φιλοσοφία μιλάμε συνήθως για αξίες που μας κατευθύνουν και που θέλουμε να πραγματώσουμε, πολλοί ονομάζουν αυτόν τον βασικό κλάδο φιλοσοφικής αναζήτησης και αξιολογία.
Λογική = αντικείμενό της είναι το πώς πρέπει να σκεφτόμαστε, για να σκεφτόμαστε σωστά, H λογική θα μπορούσε να θεωρηθεί ξεχωριστός κλάδος της φιλοσοφίας, για τους περισσότερους όμως φιλοσόφους αποτελεί κυρίως το όργανο της ορθής νόησης, που είναι απαραίτητο όχι μόνο για κάθε μορφή φιλοσοφικής δραστηριότητας, αλλά και για όλες τις επιστήμες.
Τι είναι το επιχείρημα; Πότε ένα επιχείρημα είναι έγκυρο και πότε όχι;
επιχείρημα είναι: μία ή περισσότερες λογικές προτάσεις (προκείμενες) που καταλήγουν σε μία τελευταία, η οποία προκύπτει ως λογικό συμπέρασμα από τις προηγούμενες
επιδιώκει: την απόδειξη ή αναίρεση μιας θέσης
• η διαδικασία οργάνωσης των προκείμενων, ώστε να καταλήγουν στο συμπέρασμα λέγεται συλλογισμός
Για να είναι ένα επιχείρημα έγκυρο, πρέπει οι προκείμενες να είναι αληθείς, και το αληθές συμπέρασμα να προκύπτει αναγκαία από αυτές.
Παράδειγμα
όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί,
ο Σωκράτης είναι άνθρωπος,
άρα ο Σωκράτης είναι θνητός
ένα επιχείρημα δεν είναι έγκυρο, όταν, οι προκείμενες είναι αληθείς, αλλά το συμπέρασμα είναι ψευδές,
Παράδειγμα
μερικοί άνθρωποι είναι φιλόσοφοι,
ο Θεμιστοκλής είναι άνθρωπος,
άρα ο Θεμιστοκλής είναι φιλόσοφος.
ένα επιχείρημα δεν είναι έγκυρο, όταν, παρ’ όλο που οι προκείμενες είναι αληθείς και το συμπέρασμα συμβαίνει να είναι αληθές, ωστόσο το συμπέρασμα δε συνάγεται αναγκαία από τις προκείμενες.
Παράδειγμα
μερικοί άνθρωποι είναι φιλόσοφοι,
ο Σωκράτης είναι άνθρωπος,
άρα ο Σωκράτης είναι φιλόσοφος
κεφαλαιο 1 ενότητα 4
Για ποιούς λόγους αμφισβητείται η αξία της φιλοσοφίας; Να αναφέρετε πραδείγματα φιλοσόφων που διώχτηκαν.
Ø τα φιλοσοφικά ερωτήματα μας φαίνονται στην αρχή παράξενα και μας προκαλούν μια ιδιάζουσα αμηχανία ή και διανοητική δυσφορία.
Ø ο απλός άνθρωπος κουράζεται ή ενοχλείται, όταν τον καλούμε να σκεφτεί σε βάθος για ζητήματα αφηρημένα, που δε φαίνεται να έχουν άμεση σχέση με τη ζωή του.
Ø η φιλοσοφική αναζήτηση μοιάζει άσκοπη, εφόσον κατά κανόνα δεν καταλήγει σε απτό αποτέλεσμα και τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα.
Ø η φιλοσοφική σκέψη φαίνεται απρόσιτη
Ø η φιλοσοφία θεωρείται χάσιμο χρόνου και οι σχολαστικές συζητήσεις περί φιλοσοφικών προβλημάτων θεωρείται ότι είναι άχρηστες και καθυστερούν ή και εμποδίζουν την πράξη.
χαρακτηριστικά παραδείγματα δίωξης ή και καταδίκης φιλοσόφων
v του Αναξαγόρα (για αθεΐα),
v του Σωκράτη (για εισαγωγή στην κοινωνία “καινών δαιμονίων” και για “διαφθορά των νέων”),
v του Πλάτωνα (αιχμαλωσία στη Σικελία, όπου είχε προσπαθήσει να διδάξει φιλοσοφία στον τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο Β΄),
v του Τζορντάνο Μπρούνο (καύση στην πυρά λόγω αιρετικής διδασκαλίας),
v του Σπινόζα (αφορισμός από την εβραϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ),
v του Καντ (απαγόρευση του βιβλίου του για τη θρησκεία από την πρωσική λογοκρισία),
v του Μπέρτραντ Ράσελ (φυλάκιση λόγω της εναντίωσής του στη συμμετοχή της Βρετανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο)
Πως περιγράφει ο Πλάτωνας τη μοίρα του φιλοσόφου;
Ο Πλάτων -έχοντας ίσως στον νου του την καταδίκη του δασκάλου του και τη δική του πικρή εμπειρία στη Σικελία- περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τη μοίρα του φιλοσόφου που προσπαθεί να στρέψει και τους συνανθρώπους του, οι οποίοι, ζουν μέσα στην άγνοια, στη μελέτη της φιλοσοφίας. Τον παρομοιάζει με δεσμώτη στο βάθος ενός σπηλαίου, ο οποίος κατορθώνει να απελευθερωθεί από τα δεσμά του, να βγει από το σπήλαιο και να δει το φως του ήλιου. Όταν επιστρέφει στο σπήλαιο, για να διδάξει την αλήθεια σε όσους βρίσκονται ακόμα δεμένοι και έχουν μπροστά τους μόνο είδωλα της πραγματικότητας, εκείνοι δε θα τον πιστέψουν, θα προτιμήσουν να μείνουν στην πλάνη τους και θα τον προπηλακίσουν, ίσως μάλιστα απειλήσουν να τον σκοτώσουν (όπως συνέβη και με τον Σωκράτη).
κεφαλαιο 2 ενότητα 1
Τι δηλώνουμε με τη λέξη γλώσσα;
Χρησιμοποιούμε τη λέξη “γλώσσα” όχι μόνο για να δηλώσουμε τις φυσικές γλώσσες επικοινωνίας των ανθρώπων (Ελληνικά, Αγγλικά κτλ.), αλλά και για τους κώδικες επικοινωνίας των ζώων (π.χ. η γλώσσα των δελφινιών) ή ακόμη για τα τεχνητά συστήματα σημείων, όπως είναι “η γλώσσα του υπολογιστή” κτλ. Επίσης, όταν μιλάμε για τη “γλώσσα” ενός συγγραφέα, μπορεί να εννοούμε τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής ή ομιλίας του ή, όταν αναφερόμαστε στη “γλώσσα των γηπέδων”, μπορεί να εννοούμε τις ιδιαίτερες εκφράσεις που χρησιμοποιούν ορισμένες κοινωνικές ομάδες στην ομιλία τους
Τι είναι οι φυσικές γλώσσες;
Είναι κώδικες επικοινωνίας που χρησιμοποιούν λέξεις μέσω των οποίων μπορούμε να μεταδίδουμε και να επεξεργαζόμαστε πληροφορίες - χωρίς όμως αυτές να είναι και οι μόνες λειτουργίες των φυσικών γλωσσών.
Τι είναι ο λόγος;
Ο λόγος δεν είναι ένα απλό άθροισμα λέξεων, αλλά αποτελείται από λέξεις δομημένες βάσει κανόνων, ώστε από τον συνδυασμό τους να προκύπτει κάποιο νόημα.
κεφαλαιο 2 ενότητα 2
Τι είναι η λέξη;
Η λέξη είναι το μικρότερο τμήμα της γλώσσας που έχει νόημα.
Υπάρχει σχέση λέξεων και εννοιών; Τι είναι οι έννοιες;
Οι λέξεις σχετίζονται με τις έννοιες (ή είναι ονόματα για τις έννοιες), ενώ οι έννοιες αναφέρονται σε σύνολα πραγμάτων.
Εκτός από τις έννοιες που δηλώνουν ένα σύνολο ίδιων πραγμάτων (π.χ. “βιβλίο”), έχουμε και έννοιες που δηλώνουν χαρακτηριστικά πραγμάτων.
Να ορίσετε τις ιδέες σύμφωνα με τον Πλάτωνα
Οι ιδέες είναι πράγματα υπαρκτά, ανεξάρτητα από τον αισθητό κόσμο, αιώνια και αμετάβλητα, που μπορούμε να τα προσεγγίσουμε και να τα γνωρίσουμε μόνο με τον νου και όχι με τις αισθήσεις.
Σε ποια επίπεδα χωρίζει ο Πλάτων την πραγματικότητα;
Θεωρεί ότι υπάρχουν δύο κόσμοι, ο αισθητός κόσμος της εμπειρίας μας και ο κόσμος των ιδεών, που είναι νοητός και υπεραισθητός. (δυϊσμός)
κεφαλαιο 3 ενότητα 1
Τι υποστηρίζει ο Σκεπτικισμός;
Υποστηρίζει ότι δε διαθέτουμε ασφαλή κριτήρια για να αποφασίσουμε αν και πότε γνωρίζουμε κάτι στ’ αλήθεια, δεν μπορούμε, με άλλα λόγια, να κρίνουμε ποιες εντυπώσεις και ποιες κρίσεις μας θα έπρεπε τελικά να εμπιστευόμαστε.
Ποιες οι βασικές μορφές του αρχαίου Σκεπτικισμού και τι υποστηρίζει η κάθε μια;
Στην αρχαιότητα σκεπτικιστικές αμφιβολίες για τη γνώση είχαν αντιμετωπιστεί ήδη από την εποχή των προσωκρατικών, των σοφιστών και του ίδιου του Σωκράτη. Ωστόσο ο σκεπτικισμός, ως συστηματική φιλοσοφική στάση, εκφράστηκε κυρίως από τους “πυρρώνειους” σκεπτικούς -δηλαδή από τους οπαδούς του Πύρρωνα από την Ηλεία (3ος αιώνας και είχε πρακτικό χαρακτήρα. Απέβλεπε στην επίτευξη της αταραξίας, της ψυχικής γαλήνης που θα μπορούσε να νιώσει κανείς, εφόσον δεχτεί ότι η γνώση την οποία αναζητούν οι επιστημονικές και φιλοσοφικές θεωρίες είναι ανέφικτη. Ο σκεπτικός επιχειρεί να δείξει ότι για κάθε θέμα υπάρχουν δύο αντίθετες αλλά ισοδύναμες (ισοσθενείς) απόψεις και ότι, σε τελευταία ανάλυση, δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ποια να προτιμήσουμε. Γι’ αυτόν τον λόγο οφείλουμε να “επέχουμε” απέναντι σε κάθε θεωρητική πεποίθηση που υποτίθεται ότι μας μιλάει για τη φύση της πραγματικότητας πέρα από τα φαινόμενα που παρουσιάζονται στις αισθήσεις μας· οφείλουμε δηλαδή να μην παίρνουμε θέση, να τηρούμε στάση ουδετερότητας απέναντι σε τέτοιες πεποιθήσεις. Τα επιχειρήματα τα οποία χρησιμοποιούν οι αρχαίοι σκεπτικοί και τα οποία αποκαλούν “τρόπους”,συνοψίζουν μια σειρά από τέτοιες ισοδύναμες απόψεις, ανάμεσα στις οποίες φαίνεται να μην μπορούμε να επιλέξουμε.
Ορισμένοι από τους αρχαίους σκεπτικούς, όπως ο Καρνεάδης, τους οποίους αποκαλούμε ακαδημαϊκούς, γιατί δίδαξαν στην Ακαδημία που είχε ιδρύσει ο Πλάτων, υποστήριξαν τη μετριοπαθέστερη άποψη ότι μπορούμε να δεχτούμε μόνο πως οι πεποιθήσεις μας έχουν κάποιον βαθμό πιθανότητας να είναι αληθείς και δε μας παρέχουν καμιά βεβαιότητα.
Που αποβλέπει ο Πυρρωνισμός και γιατί ονομάστηκε έτσι;
Αποβλέπει στην επίτευξη της αταραξίας, της ψυχικής γαλήνης που θα μπορούσε να νιώσει κανείς, εφόσον δεχτεί ότι η γνώση την οποία αναζητούν οι επιστημονικές και φιλοσοφικές θεωρίες είναι ανέφικτη.
Ονομάστηκε έτσι γιατί ως συστηματική φιλοσοφική στάση, εκφράστηκε κυρίως από τους “πυρρώνειους” σκεπτικούς -δηλαδή από τους οπαδούς του Πύρρωνα από την Ηλεία (3ος αιώνας π.Χ.)
Βασικοί εκπρόσωποι: Αινησίδημος, Αγρίππας,(1ος αιώνας μ.Χ.), Σέξτος Εμπειρικός (1ος-2ος αιώνας μ.Χ.),
Τι είναι η ισοσθένεια λόγων;
Ο σκεπτικός επιχειρεί να δείξει ότι για κάθε θέμα υπάρχουν δύο αντίθετες αλλά ισοδύναμες (ισοσθενείς) απόψεις και ότι, σε τελευταία ανάλυση, δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ποια να προτιμήσουμε.
Τι είναι η στάση "εποχής"
Η άποψη των σκεπτικών ότι οφείλουμε να μην παίρνουμε θέση αλλά να τηρούμε στάση ουδετερότητας απέναντι σε θεωρητικές πεποιθήσεις που υποτίθεται ότι μας μιλούν για τη φύση της πραγματικότητας πέρα από τα φαινόμενα που παρουσιάζονται στις αισθήσεις μας·
Τι υποστηρίζουν οι Ακαδημαϊκοί και ο Καρνεάδης;
Ορισμένοι από τους αρχαίους σκεπτικούς, όπως ο Καρνεάδης, τους οποίους αποκαλούμε ακαδημαϊκούς, γιατί δίδαξαν στην Ακαδημία που είχε ιδρύσει ο Πλάτων, υποστήριξαν τη μετριοπαθέστερη άποψη ότι μπορούμε να δεχτούμε μόνο πως οι πεποιθήσεις μας έχουν κάποιον βαθμό πιθανότητας να είναι αληθείς και δε μας παρέχουν καμιά βεβαιότητα.
κεφαλαιο 3 ενότητα 3
Ποιες οι βασικές θεωρίες για την πηγή της γνώσης;Τι υποστηρίζει η κάθε μια και ποιοι οι βασικότεροι εκπρόσωποί τους;
1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός)
Σύμφωνα με τους ορθολογιστές φιλοσόφους, η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως από τον ίδιο τον ορθό λόγο και τα βασικά της στοιχεία μπορούν να αναζητηθούν στον νου μας. Η γνώση αυτή μπορεί να αποκληθεί a priori ή προ-εμπειρική, αφού φαίνεται να είναι δυνατή πριν ή ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εμπειρία.
Στην αρχαιότητα σημαντικός εκπρόσωπος της ορθολογιστικής προσέγγισης μπορεί να θεωρηθεί ο Πλάτων. Για τον Πλάτωνα η ανθρώπινη γνώση βασίζεται κατ’ αρχάς στην ανάμνηση των ιδεών που έχει αντικρίσει η αθάνατη ψυχή προτού ενσαρκωθεί στο σώμα. Με την κατάλληλη νοητική άσκηση και μέσα από τη μελέτη των μαθηματικών, η ψυχή μπορεί να γνωρίσει τη βαθύτερη πνευματική πραγματικότητα των ιδεών, οι οποίες υπάρχουν αιώνια, ενώ ο υλικός κόσμος αποτελεί ατελή αντανάκλασή τους.
Πρώτος μεγάλος ορθολογιστής των νεότερων χρόνων είναι ο Ντεκάρτ. Άλλοι ορθολογιστές, που προσπάθησαν να βελτιώσουν τη θεώρηση του Ντεκάρτ είναι ο Ολλανδός Μπαρούχ Σπινόζα (17ος αιώνας) και ο Γερμανός Γκότφριντ Λάιμπνιτς (17ος-18ος αιώνας). Ο σημαντικότερος ίσως ορθολογιστής των νεότερων χρόνων είναι ο Χέγκελ.
2. Εμπειρισμός
Κατά τους εμπειριστές η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται κυρίως ή και αποκλειστικά από τις αισθήσεις. Η αφετηρία της συνίσταται στην καταχώριση, την αποτύπωση στον νου, μέσα από την αισθητηριακή αντίληψη, των “στοιχειωδών δεδομένων” του κόσμου που μας περιβάλλει.
Εμπειριστικές απόψεις έχουν υποστηρίξει διάφοροι αρχαίοι φιλόσοφοι, όπως ο Αριστοτέλης και ο Επίκουρος.
Η συστηματική ανάπτυξη του εμπειρισμού παρατηρείται κατά τους νεότερους χρόνους. Οι νεότεροι (κυρίως Βρετανοί) εμπειριστές είναι ο Φράνσις Μπέϊκον (16ο-17ο αιώνας) ο Τζον Λοκ (17ος αιώνας), ο Ιρλανδός επίσκοπος Τζορτζ Μπέρκλεϋ (17ος-18ος αιώνας), Ο Χιουμ (18ος αιώνας)
κεφαλαιο 4 ενότητα 4
Ποια η διάκριση ανάμεσα στο τεχνητό και το φυσικό;
Κάθε τεχνητό αντικείμενο αποτελεί ανθρώπινη κατασκευή, ενώ το φυσικό υπάρχει, ανεξάρτητα από εμάς, στη φύση. Έτσι, το κατασκεύασμα είναι μια δημιουργία, αποτέλεσμα της υλοποίησης ενός σχεδίου. Επομένως πίσω από καθετί το τεχνητό υπάρχει μια βούληση και ένας σκοπός. Το τεχνητό αντικείμενο είναι πάντα ένα μέσο για την επίτευξη κάποιου σκοπού ή για την κάλυψη κάποιας ανθρώπινης ανάγκης.
Ποιο είναι το κριτήριο στην τεχνολογία και ποιο στις φυσικές επιστήμες;
Στην τεχνολογία ξεκινάμε από έναν σκοπό (π.χ. την εκπλήρωση κάποιας ανάγκης) και στη συνέχεια αναζητούμε τα μέσα για την εκπλήρωσή του. Το τεχνητό αντικείμενο είναι κατ’ αρχάς μια ιδέα, ένα σχεδίασμα, μια περιγραφή του επιθυμητού πράγματος, η οποία βρίσκεται μόνο στο ανθρώπινο μυαλό. Αργότερα, με την κατασκευή, η ιδέα αυτή παίρνει σάρκα και οστά, γίνεται μια πραγματικότητα. Στην τεχνολογία λοιπόν η γνώση του αντικειμένου προηγείται της ύπαρξής του. Η πορεία ενός τεχνητού αντικειμένου είναι: περιγραφή, σχεδιασμός, υλοποίηση. Στην τεχνολογία δεν μπορούμε να μιλάμε για αλήθεια. Ένα τεχνητό αντικείμενο είναι καλά ή άσχημα φτιαγμένο ή, αλλιώς, εξυπηρετεί ή δεν εξυπηρετεί σωστά (ως μέσο) τον σκοπό για τον οποίο φτιάχτηκε. Το κριτήριο επομένως στην τεχνολογία δεν είναι η αλήθεια, αλλά η αποτελεσματικότητα (το κατά πόσο το τεχνητό μέσο εξυπηρετεί πράγματι με τον καλύτερο κατά το δυνατόν τρόπο τον σκοπό) και η εγκυρότητα (το κατά πόσο η περιγραφή ή το σχεδίασμα ταιριάζει με το αντικείμενο που κατασκευάσαμε).
Στις φυσικές επιστήμες, αντίθετα, η πραγματικότητα του κόσμου των φυσικών αντικειμένων προηγείται, ενώ η περιγραφή και η γνώση μας γι’ αυτήν έπονται. Το κριτήριο εδώ είναι η αλήθεια. Αν η περιγραφή μας ταιριάζει με την πραγματικότητα, τότε η περιγραφή θεωρείται αληθής. Στην επιστήμη λοιπόν ξεκινάμε από την πραγματικότητα και συνεχίζουμε στην περιγραφή και τη γνώση της πραγματικότητας. Έτσι, στη φυσική επιστήμη η εύρεση της αλήθειας επιτυγχάνεται μέσω μιας διαδικασίας ανακάλυψης, ενώ στην τεχνολογία η δημιουργία νέων αντικειμένων γίνεται μέσω εφευρέσεων.
Είναι η τεχνολογία ηθικά ουδέτερη;
Πίσω από καθετί το τεχνητό υπάρχει μια βούληση και ένας σκοπός. Το τεχνητό αντικείμενο είναι πάντα ένα μέσο για την επίτευξη κάποιου σκοπού ή για την κάλυψη κάποιας ανθρώπινης ανάγκης.
Αφού, λοιπόν, η τεχνολογία καθορίζεται, από ανθρώπινους σκοπούς, τότε δε θα πρέπει να μιλάμε γι’ αυτή σαν κάτι ουδέτερο ή ανεξάρτητο από αξίες, ηθικά κριτήρια ή συμφέροντα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η χρηματοδότηση της τεχνολογικής έρευνας γίνεται από οργανωμένα οικονομικά, πολιτικά και άλλα συμφέροντα, που προκαθορίζουν τον προσανατολισμό της έρευνας. Για να αποτιμήσουμε λοιπόν σωστά την τεχνολογία και για να την οδηγήσουμε προς επιθυμητές κατευθύνσεις, είναι ανάγκη να την εντάξουμε σε ένα πολύ ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, προσπαθώντας να προβλέψουμε όλα τα πιθανά αποτελέσματά της. Από αυτή την άποψη είναι σημαντική η ευθύνη όχι μόνο των τεχνολόγων και αυτών που χρηματοδοτούν την τεχνολογική έρευνα, αλλά και όλων των ανθρώπων, και ιδιαίτερα των επιστημόνων των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, που είναι αποδεδειγμένα οι πιο κατάλληλοι για μια αποτίμηση της τεχνολογίας.
κεφαλαιο 5 ενότητα 2
Ποιες οι βασικές θεωρίες για την ανθρώπινη υπόσταση ;
Δυϊσμός - θεωρία αλληλεπίδρασης: Μεγάλοι φιλόσοφοι, από την αρχαιότητα μέχρι και τους νεότερους χρόνους, όπως ο Πλάτων και ο Ντεκάρτ, επεξεργάστηκαν τα κυριότερα επιχειρήματα για την ύπαρξη της ανθρώπινης ψυχής και για την ανεξαρτησία της από το σώμα. Ο Ντεκάρτ μάλιστα, απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στη βεβαιότητα που (πίστευε ότι) του παρείχε το επιχείρημα “σκέπτομαι, άρα υπάρχω” Σύμφωνα με τη θεωρία του, που περιγράφεται ως δυϊσμός και ως θεωρία αλληλεπίδρασης, κάθε άνθρωπος απαρτίζεται από δύο οντότητες, από το πνεύμα, του οποίου η ουσία είναι η σκέψη (όλες οι νοητικές λειτουργίες), και από το υλικό σώμα, του οποίου η ουσία είναι η έκταση. Το πνεύμα αλληλεπιδρά με το σώμα μέσω της επίφυσης (κωναρίου), ενός αδένα στο κέντρο του εγκεφάλου. Μέσω αυτού του αδένα διαβιβάζονται προς το πνεύμα τα ερεθίσματα που δέχεται το σώμα μας από το εξωτερικό περιβάλλον και, αντιστρόφως, μέσω αυτού του αδένα διαβιβάζονται προς το σώμα οι εντολές που δίνουν ο νους και η βούλησή μας, για να κινηθούν τα μέλη μας. Δυστυχώς, δεν είναι εύκολο να εξηγηθεί πώς δύο τελείως διαφορετικές ουσίες, η μία υλική και η άλλη πνευματική, μπορούν να επιδράσουν η μία στην άλλη - η αναφορά στην επίφυση, που έτσι κι αλλιώς δεν έχει καμιά επιστημονική βάση, δε λύνει το πρόβλημα.
Μονισμός: Οι θεωρίες που υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν δύο διαφορετικά είδη οντοτήτων και ουσιών, αλλά ένα.
Είδη μονισμού:
Ιδεαλισμός: Θεωρεί ότι η ίδια η έννοια της ύλης είναι δύσκολα κατανοητή χωρίς την αναφορά σε κάποιο πνεύμα άρα οτιδήποτε υπάρχει είναι στην ουσία πνευματικό.
Yλισμός: Θεωρεί ότι οτιδήποτε υπάρχει είναι υλικό
Είδη υλισμού:
φυσικαλισμός ή θεωρία ταυτότητας, υποστηρίζει ότι κάθε νοητικό συμβάν ταυτίζεται απόλυτα με ένα φυσικό συμβάν, το οποίο οι φυσικές επιστήμες - και ειδικότερα η νευροφυσιολογία- μπορούν να εντοπίσουν στον εγκέφαλό μας. Για παράδειγμα, όταν σκέφτομαι πως “η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας”, όταν νιώθω πόνο, αγάπη ή θυμό, ή όταν φοβάμαι, γιατί πιστεύω ότι κάτι με απειλεί, δε συμβαίνει τίποτα περισσότερο από τον ερεθισμό κάποιων “νευρώνων” του εγκεφάλου μου. Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι οι ίδιες οι έννοιες που χρησιμοποιούμε όσον αφορά το πνεύμα θα εξαλειφθούν σιγά σιγά ως υποκειμενικές και χωρίς κανένα πραγματικό περιεχόμενο. Αντί να λέμε, λόγου χάριν, σκέφτομαι κάτι ή πονάω σε κάποιο σημείο, θα μπορούμε να χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως: “οι νευρώνες μου α, β ή γ βρίσκονται στην κατάσταση π, ρ ή σ”.
συμπεριφορισμός (ή μπιχεβιορισμός). Υποστηρίζει πως, όταν ισχυριζόμαστε ότι έχουμε ψυχή, νου ή πνεύμα ή ότι πιστεύουμε κάτι ή θέλουμε κάτι, δεν εννοούμε τίποτα άλλο από το ότι τείνουμε να πράξουμε κατά έναν συγκεκριμένο τρόπο. Η θεωρία αυτή ανάγει το πνευματικό στοιχείο στην εξωτερική συμπεριφορά ή, καλύτερα, στην τάση μας προς μια συμπεριφορική αντίδραση.
θεωρία διπλής όψης (ή δύο όψεων). Η θεωρία αυτή δέχεται τελικά μόνο ένα είδος φυσικών οντοτήτων, των οποίων όμως η ουσία έχει δύο διαφορετικά, αναπόσπαστα συνδεδεμένα είδη ιδιοτήτων, τις πνευματικές και τις υλικές. Κανένα από αυτά τα δύο είδη ιδιοτήτων δεν έχει οντολογική προτεραιότητα, αλλά αποτελούν τις δύο όψεις ενός ενιαίου πράγματος, του οποίου η μία όψη αντιστοιχεί απόλυτα στην άλλη και δεν μπορεί να υπάρξει από μόνη της. Εκείνο πάντως που έχει σημασία εδώ είναι ότι η νοητική διάσταση του ανθρώπου δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη σωματική.
λειτουργισμός. Προτείνει ένα μοντέλο της συνείδησης που την παρομοιάζει με το λογισμικό (software) ενός υπολογιστή, ενώ το σώμα παρομοιάζεται με το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένος ο υπολογιστής (hardware). Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, εκείνο που ονομάζουμε ψυχή, πνεύμα ή νου δεν είναι τίποτα περισσότερο από το σύνολο των λειτουργιών επεξεργασίας “εισερχόμενων δεδομένων” (εισροών: input) -δηλαδή των αισθητηριακών ερεθισμάτων- και “παραγωγής αντιδράσεων” (εκροών: output) του οργανισμού - δηλαδή των συμπεριφορικών εκδηλώσεων και πράξεων. Ακριβέστερα μάλιστα, αναφερόμαστε στο σύνολο των ικανοτήτων για την επιτέλεση τέτοιων λειτουργιών γι’ αυτόν τον λόγο και η συγκεκριμένη θεωρία για την υφή του πνευματικού στοιχείου ονομάζεται λειτουργισμός. Σύμφωνα με τον λειτουργισμό, συνείδηση μπορούν να “παραγάγουν- ” όχι μόνο τα ανθρώπινα κύτταρα και η οργανική ύλη, αλλά και τα ηλεκτρονικά κυκλώματα ενός ρομπότ